Εξισωτική 2019: Τα 8 κριτήρια που διαμόρφωσαν τον νέο χάρτη

Εν μέσω έντονων αντιδράσεων από γεωργούς και κτηνοτρόφους σε όλη τη χώρα μετά από τη γνωστοποίηση του νέου χάρτη της εξισωτικής αποζημίωσης, που θα ξεκινήσει να καταβάλλεται από το 2019….
Η επαναχάραξη του νέου χάρτη της Εξισωτικής έγινε σύμφωνα με τον κανονισμό 1305/2013 της ΕΕ και με βάση νέα υποχρεωτικά κριτήρια όπως για παράδειγμα κλίμα, νερό και έδαφος που ισχύουν για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Σύμφωνα με το ΥΠΑΑΤ, η νέα οριοθέτηση των περιοχών δεν αφορά μόνον την Εξισωτική, αλλά και τα μέτρα του ΠΑΑ, όπως είναι τα Σχέδια Βελτίωσης και οι Νέοι Γεωργοί.
Τα 8 κριτήρια χαρακτηρισμού των περιοχών με φυσικούς περιορισμούς

Όπως αναφέρεται στη μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, η διαδικασία ανασχεδιασμού του χάρτη των μειονεκτικών περιοχών έγινε ως εξής: Βασισμένοι στις προηγουμένως ορισθείσες «ορεινές και μειονεκτικές περιοχές» που όλοι γνωρίζαμε, οι συντάκτες της μελέτης αξιοποίησαν επικαιροποιημένα εδαφοκλιματικά δεδομένα, καθώς και δεδομένα από τη χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση σε όλη τη χώρα, ώστε να διαμορφωθούν σε πρώτη φάση οι εκτάσεις που υπόκεινται σε φυσικούς περιορισμούς σύμφωνα με τις νέες οδηγίες της ΕΕ. Σε αυτό το στάδιο, οι περιοχές με φυσικούς περιορισμούς ορίστηκαν βάσει οκτώ διαφορετικών κριτηρίων:

Ξηρασία
Περιορισμένη δυνατότητα αποστράγγισης εδάφους
Δυσκολία ανάπτυξης ριζικού συστήματος
Περιεκτικότητα εδάφους σε ασβέστιο
Πετρώδη και μη ευνοϊκά εδάφη
Οξύτητα εδάφους
Επικλινή εδάφη

Αφού έλαβαν υπόψη δεδομένα από την Επιτροπή Διαχείρισης του ΠΑΑ, σε συνδυασμό με στοιχεία από την ΕΜΥ και τον ΟΠΕΚΕΠΕ οι συντάκτες της μελέτης δημιούργησαν τον πανελλαδικό χάρτη των μειονεκτικών περιοχών. Όπως αναφέρεται στο εισαγωγικό κείμενο, «στην παρούσα έκθεση παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της οριοθέτησης περιοχών με φυσικούς περιορισμούς που βασίζονται στο Άρθρο 32 του ΕΚ 1305/2013 της ΕΕ. Είναι γνωστό ότι η έννοια των μειονεκτικών περιοχών εισήχθη με την Οδηγία 75/268 / ΕΟΚ […]. Οι ορεινές και μειονεκτικές περιοχές θεσμοθετήθηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα με την Οδηγία 81/645/ EΟΚ». Στη μελέτη αναφέρεται, επίσης, ότι το 60% της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης στην Ελλάδα πληροί τουλάχιστον ένα από τα οκτώ παραπάνω κριτήρια, κάτι που σημαίνει ότι 25.230.556 στρέμματα σε 2.308 δημοτικές/τοπικές κοινότητες της χώρας μας δίνουν τον επικαιροποιημένο χάρτη των περιοχών με φυσικούς περιορισμούς.

Το λεπτό σημείο της διαδικασίας καθορισμού των μειονεκτικών περιοχών όμως είναι ότι εν συνεχεία και μετά το πρώτο στάδιο, έπρεπε να οριστούν ποιες από τις ανωτέρω περιοχές έχουν ξεπεράσει είτε με επενδύσεις, είτε με κατάλληλη προσαρμογή της γεωργικής δραστηριότητας τους εν λόγω περιορισμούς που απορρέουν από τα οκτώ κριτήρια που είδαμε. Περνάμε, λοιπόν, στο επόμενο στάδιο.
Ξεσκαρτάρισμα με όρους αρδευτικών επενδύσεων και οικονομικής προόδου

Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή της έκθεσης του ΓΠΑ, «η παρούσα έκθεση παρουσιάζει τα αποτελέσματα της διαδικασίας προσαρμογής που ακολουθήθηκε για να οριστούν και να αποκλειστούν περιοχές με σημαντικούς φυσικούς περιορισμούς και ειδικά μειονεκτήματα βάσει του Άρθρου 32 του Κανονισμού 1305/2013 της ΕΕ, που έχουν ξεπεράσει μέσω επενδύσεων ή μέσω οικονομικής δραστηριότητας ή μέσω στοιχείων της αναμενόμενης παραγωγικότητας της γης, ή που μέσω παραγωγικών μεθόδων συστημάτων γεωργίας έχουν αντισταθμίσει την απώλεια εισοδήματος ή τα επιπρόσθετα κόστη που αναφέρονται στο Άρθρο 31(1)».
Σε αυτό το στάδιο ελήφθησαν υπόψη δεδομένα των αρδευόμενων (που πράγματι αρδεύονται) και αρδεύσιμων (με δυνατότητα να αρδευτούν) χρησιμοποιούμενων γεωργικών εκτάσεων για να αποσαφηνιστεί ποιες από αυτές έχουν ξεπεράσει το πρόβλημα της ξηρασίας, καθώς σύμφωνα με τη μελέτη η ξηρασία επηρεάζει το 86,2% του συνόλου των γεωργικών εκτάσεων των μη ορεινών περιοχών. Aκολουθούν τα πετρώδη εδάφη με περίπου 20% και τα επικλινή εδάφη με 8%. «Eπομένως», καταλήγει η έκθεση, «οι σημαντικές επενδύσεις που έγιναν τα τελευταία χρόνια ώστε να ξεπεραστούν οι φυσικοί περιορισμοί αφορούν στην άρδευση».

Αφού ορίστηκαν οι περιοχές που ξεπέρασαν το πρόβλημα της ξηρασίας, εν συνεχεία πραγματοποιήθηκε ένα φιλτράρισμα που βασίστηκε σε οικονομικά δεδομένα. Βασισμένοι σε στοιχεία του δικτύου παρακολούθησης αγροτικών εκμεταλλεύσεων (FADN) του έτους 2010, έγινε κατάταξη των περιοχών της χώρας με κριτήριο την αξία παραγωγής ανά εκτάριο (1 εκτάριο = 10 στρέμματα) καλλιεργούμενης έκτασης ανά περιοχή (εκφρασμένη σε ευρώ ανά εκτάριο ή ανά μονάδα ζώου του κοπαδιού).

Από αυτή την κατηγοριοποίηση και αφού ελήφθησαν υπόψη η μέση αξία παραγωγής της χώρας 1.736,5 ευρώ/εκτάριο σε συνδυασμό με το 80% αυτής (1.389,2 ευρώ/εκτάριο) δημιουργήθηκαν τρεις κατηγορίες κατάταξης των περιοχών: Πρώτον, περιοχές άνω του 80% της μέσης αξίας παραγωγής (σ.σ. πράσινες), δεύτερον περιοχές κάτω του 80% (σ.σ. σομόν) και τρίτον περιοχές μεταξύ του 80% και του μέσου όρου της αξίας παραγωγής (σ.σ. λευκές) ανά επιφάνεια καλλιεργούμενης έκτασης. Οι περιοχές της πρώτης κατηγορίας (άνω του 80%) μένουν εκτός εξισωτικής, καθώς θεωρείται ότι έχουν ξεπεράσει τους φυσικούς περιορισμούς. Επίσης, ελήφθησαν υπόψη οι περιοχές που, ενώ μπορεί να είχαν ξεπεράσει την ξηρασία, αντιμετώπιζαν προβλήματα από τα υπόλοιπα επτά κριτήρια που είδαμε πιο πάνω.

Όλα τα παραπάνω φιλτραρίσματα είχαν ως αποτέλεσμα ο τελικός αριθμός των δήμων-δικαιούχων της νέας Εξισωτικής να πέσει σημαντικά σε σχέση με τον αριθμό των 2.308 δημοτικών κοινοτήτων. Όπως υποστηρίζει το ΥΠΑΑΤ, η αριθμητική μείωση αυτή δεν σημαίνει κατ’ αναλογία μείωση των εκτάσεων της χώρας που δικαιούνται την εξισωτική, καθώς σε όρους επιφάνειας καλλιεργούμενης γης δεν θα υπάρξουν σημαντικές μεταβολές σε σχέση με το παλιό καθεστώς.
Ειδικά μειονεκτήματα υπέρ νησιών και ακριτών

Πέραν των ανωτέρω, ορίστηκαν οι περιοχές με ειδικά μειονεκτήματα. Πρόκειται για ακόμα ένα λεπτό σημείο της διαδικασίας που συγκεντρώνει ενδιαφέρον. Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή του τρίτου σκέλους της μελέτης του ΓΠΑ: «Η έκθεση παρουσιάζει τα αποτελέσματα του τελευταίου βήματος της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για να οριστούν περιοχές με σημαντικούς φυσικούς περιορισμούς και ειδικά μειονεκτήματα». Εδώ, εν συντομία, τίθενται τα εξής κριτήρια. Πρώτον, οι περιοχές που αποτελούν ευρωπαϊκά σύνορα με τρίτες χώρες (FYROM, Τουρκία, Αλβανία) και δεύτερον ο νησιωτικός χαρακτήρας της χώρας μας. Όπως αναφέρεται στο κείμενο του ΓΠΑ: «Τα ελληνικά νησιά, εκτός της Κρήτης και της Εύβοιας, είναι ως επί το πλείστον απομονωμένα από την ηπειρωτική χώρα και αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα στη μεταφορά των αγαθών μέσω θαλάσσης ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του χειμώνα […]. Επιπλέον, υπάρχουν αυξημένα κόστη για ενέργεια και ύδρευση, όπως συμβαίνει για τα περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες. Επιπροσθέτως, η διατήρηση της αγροτικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με την αλιεία στα μικρά νησιά είναι απολύτως απαραίτητη για να διατηρηθεί η τουριστική δυναμική της περιοχής και να προστατευτεί η ακτογραμμή. Επομένως, οι δήμοι που βρίσκονται σε μικρά νησιά και δεν είναι ορεινοί ή δεν υπόκεινται σε άλλους φυσικούς περιορισμούς, χαρακτηρίζονται ως περιοχές με ειδικά μειονεκτήματα», αναφέρουν οι συντάκτες.
Τέλος Οκτωβρίου κλείνει οριστικά το θέμα της Εξισωτικής

Σύμφωνα πάντα με το υπουργείο, για όσες περιοχές παύουν να θεωρούνται μειονεκτικές (και, άρα, θα βρεθούν εκτός Εξισωτικής), ισχύει μεταβατική διετία όπου θα δίνεται μέρος της αποζημίωσης.